• Μεγαλύτερο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Προκαθορισμένο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Μικρότερο μέγεθος γραμματοσειράς

Ορνιθοπανίδα Ερυθροπόταμου

E-mail Εκτύπωση PDF



"Ο τρόπος που θα συμπεριφερθούν οι άνθρωποι στα άγρια ζώα που απέμειναν, θα καθορίσει το επίπεδο του πολιτισμού μας στον 21ο αιώνα"                                                                    
Χ. Πίντερ

Περιγραφή κρίσιμων ενδιαιτημάτων/απειλών των ειδών χαρακτηρισμού και

οριοθέτησης

Στο κεφάλαιο αυτό περιγράφεται συνοπτικά ο ελληνικός πληθυσμός των ειδών χαρακτηρισμού και οριοθέτησης, το καθεστώς παρουσίας τους στην περιοχή μελέτης(Ασβεστάδες - Βρυσικά), τα κρίσιμα ενδιαιτήματά (θέσεις φωλιάσματος, τροφοληψίας και καταφυγίου) και οι απειλές τους, καθώς και τα ενδεδειγμένα μέτρα διατήρησης.

 

Λιοστριτσίδα Hippolais olivetorum



Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

H Λιοστριτσίδα έχει μεγάλο εύρος κατανομής σε όλη τη χώρα (Handrinos & Akriotis,

1997) και ο πληθυσμός της εκτιμάται σε 5000 έως 10000 ζευγάρια (Tucker & Heath,

1994). Είναι καλοκαιρινός επισκέπτης και αναπαράγεται στην περιοχή μελέτης από

τις αρχές Μαΐου έως τα τέλη Ιουλίου. Ο αναπαραγόμενος πληθυσμός του είδους στην

περιοχή μελέτης εκτιμάται σε 30 – 40 ζευγάρια.

Οικολογία.

Φωλιάζει σε κλαδιά χαμηλών δέντρων ή μέσα σε πυκνή βλάστηση θάμνων, συνήθως

σε χαμηλό ύψος από το έδαφος (30 – 350 εκατοστά)(Cramp, 1998). Προτιμά τα

αραιά δάση βελανιδιάς σε μίξη με λιβάδια ή καλλιέργειες δημητριακών, τις νησίδες

δρυοδάσους σε αγροτικές περιοχές, τον οικοτόνο δρυοδάσους με αγροτικές

καλλιέργειες όπως επίσης σε ορισμένες τοποθεσίες τους ελαιώνες (πχ

Λέσβο)(Handrinos & Akriotis, 1997). Σε περιοχές με κατάλληλο ενδιαίτημα

εμφανίζεται σε υψηλές πυκνότητες με αρκετά ζευγάρια να συναθροίζονται σε μικρές

εκτάσεις. Το είδος τρέφεται με έντομα την αναπαραγωγική περίοδο ενώ συμπληρώνει

τη δίαιτά του με φρούτα το φθινόπωρο. Το μεγαλύτερο ποσοστό της τροφής του, το

εξασφαλίζει μέσα από την πυκνή βλάστηση των θάμνων και δευτερογενώς από το

έδαφος (Cramp, 1998)

Απειλές.

Οι κύριες απειλές του είδους σχετίζονται με την υποβάθμιση/απώλεια των κρίσιμων

ενδιαιτημάτων τους, ιδιαίτερα του ενδιαιτήματος φωλιάσματος. Η υλοτόμηση των

αραιών δρυοδασών, οι εκτεταμένες και επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές και η χρήση

αγροχημικών σε εκτατικές καλλιέργειες με μεγάλο ποσοστό φυτοφρακτών ή υψηλών

δέντρων (Tucker & Heath, 1994) απειλούν το ενδιαίτημα φωλιάσματος της

Λιοστριτσίδας. Επίσης, το είδος συνδέεται στενά με περιοχές όπου ασκείται βόσκηση

(αραιά δάση βαλανιδιάς) η οποία διατηρεί ανοιχτή τη δομή των περιοχών

αναπαραγωγής του. Η μείωση/εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας στις περιοχές αυτές

μπορεί να έχει αρνητικές επιδράσεις στους πληθυσμούς του είδους.


Παρδαλοκεφαλάς Lanius nubicus


 


Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Το είδος συναντάται σε Θράκη-Κ. & Α. Μακεδονία, Θεσσαλία, ΒΑ Αιγαίο,

Δωδεκάνησα (Handrinos & Akriotis 1997) και ο πληθυσμός του εκτιμάται σε 500 έως

2000 ζευγάρια (BirdLife, 2004). Είναι καλοκαιρινός επισκέπτης στην περιοχή

μελέτης και αναπαράγεται από τα μέσα Απριλίου έως τα μέσα Ιουλίου. Ο

αναπαραγόμενος πληθυσμός του είδους στην περιοχή μελέτης εκτιμάται σε 35 με 50

ζευγάρια.

Οικολογία.

Ο Παρδαλοκεφαλάς αναπαράγεται σε ελαιώνες, άλλες δενδροκαλλιέργειες (καρυδιές,

αμυγδαλιές), βοσκότοπους με διάσπαρτους ψηλούς θάμνους και δέντρα, στα όρια

φυλλοβόλων ή μικτών δασών και μερικές φορές κοντά σε μικρά ποτάμια. Φωλιάζει

σε δέντρα ή θάμνους και συνήθως βρίσκεται κρυμμένος στην βλάστηση και τα

χαμηλότερα κλαδιά των δέντρων. Γενικά αναπαράγεται σε χαμηλά υψόμετρα και

προτιμά ενδιαιτήματα με πυκνότερη βλάστηση σε σχέση με τους υπόλοιπους

κεφαλάδες (Handrinos & Akriotis 1997, Snow & Perrins, 1998, Moskat & Fuisz,

2002). Τρέφεται κυρίως με ακρίδες, σκαθάρια, σαύρες και μικρά στρουθιόμορφα,

χρησιμοποιώντας εποπτικά σημεία (κλαδιά δέντρων, στύλους, φράχτες) (Snow &

Perrins, 1998).

Απειλές.

Οι κύριες απειλές του είδους σχετίζονται με την υποβάθμιση/απώλεια των κρίσιμων

ενδιαιτημάτων του, όπως η εξαφάνιση των δενδρόκηπων και των απομονωμένων

μεγάλων δέντρων στις παραδοσιακές καλλιέργειες. Η εντατικοποίηση της γεωργίας

καταστρέφει το μωσαϊκό της γης, ενώ η εκτεταμένη χρήση φυτοφαρμάκων μειώνει

τους πληθυσμούς των εντόμων. Τα ενδιαιτήματα του Παρδαλοκεφαλά

υποβαθμίζονται επίσης από τις πυρκαγιές και τις αποψιλώσεις. Από την άλλη, η

εγκατάλειψη της γης και η υποβόσκηση οδηγούν στη δάσωση ανοιχτών εκτάσεων,

επηρεάζοντας αρνητικά την τροφοληψία του Παρδαλοκεφαλά (Τucker & Heath,

1994).


Μαυροπελαργός Ciconia nigra



Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Ο Μαυροπελαργός φωλιάζει σε Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο, βόρεια Θεσσαλία και

στη Λέσβο (Handrinos & Akriotis, 1997). Ο ελληνικός πληθυσμός του εκτιμάται στα

30 – 50 ζευγάρια ενώ στην περιοχή μελέτης αναπαράγονται 2 -3 ζευγάρια (BirdLife,

2004).

Οικολογία.

Φωλιάζει μοναχικά σε ώριμα, αδιατάρακτα δάση, μικτά ή αμιγή, φυλλοβόλα ή

κωνοφόρα δάση με ξέφωτα. Η φωλιά είναι μεγάλη πλατφόρμα που κατασκευάζεται

σε δέντρα Τρέφεται σε ρηχά ποτάμια και ρυάκια, λιμνούλες, έλη και υγρά λιβάδια

κυρίως με ψάρια, αμφίβια, καρκινοειδή και υδρόβια έντομα και λιγότερο με ερπετά

και μικρά θηλαστικά γι’ αυτό εξαρτάται περισσότερο από το νερό από ότι ο

Πελαργός.

Απειλές.

Κύρια απειλή αποτελεί η υποβάθμιση των δασικών ενδιαιτημάτων φωλιάσματος του

Μαυροπελαργού λόγω αποδάσωσης, διάνοιξης δασικών δρόμων σε απρόσιτες

δασικές περιοχές και συνεπακόλουθης όχλησης καθώς και κοπής των μεγάλων

ώριμων ή νεκρών δέντρων στα οποία φωλιάζει. Όσον αφορά στα ενδιαιτήματα

τροφοληψίας κρίσιμος παράγοντας είναι η αποστράγγιση των εποχικών λιμνών και

ελών γλυκού νερού, η χρήση αγροχημικών, η ευθυγράμμιση, καναλοποίηση, ρύπανση

και γενικότερη υποβάθμιση των μικρών ρεμάτων σε ημιορεινές περιοχές. Ο

Μαυροπελαργός είναι ίσως το πιο άμεσα απειλούμενο είδος της ελληνικής

ορνιθοπανίδας από την κατασκευή φραγμάτων και μικρών υδροηλεκτρικών έργων.


Τσίφτης Milvus migrans



Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Το είδος εξαπλώνεται κυρίως στην βόρειο Ελλάδα, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη

όπου και εκτιμάται ότι αναπαράγονται 5 έως 20 ζευγάρια (BirdLife, 2004). Στην

περιοχή μελέτης παρατηρήθηκε ένα ζευγάρι την αναπαραγωγική περίοδο, ένδειξη ότι

πιθανά αναπαράγεται ενός των ορίων της.

Οικολογία.

Ο Τσίφτης φωλιάζει σε δέντρα σε συστάδες φυλλοβόλων αλλά και κωνοφόρων

δασών (Cramp & Simmons 1980, Ferguson-Lee & Christie 2001). Τρέφεται με μία

μεγάλη ποικιλία ειδών όπως μικροθηλαστικά, πουλιά, ερπετά, ψάρια, έντομα αλλά

και ψοφίμια ή σκουπίδια. Αγελαίο είδος συχνάζει σε χωματερές και κοντά σε στάνες

όπου τρέφεται με σκουπίδια ή κοπροφάγα έντομα (π.χ. σκαθάρια). Ο βιότοπος

κυνηγίου περιλαμβάνει ανοιχτές εκτάσεις όπως υγροτόπους, καλλιέργειες, λιβάδια

αλλά και χέρσα εδάφη συνήθως σε πεδινές περιοχές και κοιλάδες (Sergio & Boto

1999, Sergio et al. 2002, Palomino & Carrascal 2007, Gensbol & Thiede 2008)

Απειλές.

Οι κύριες απειλές για το είδος είναι η καταστροφή και απομάκρυνση των ώριμων

δέντρων κατάλληλων για φώλιασμα, οι αποψιλωτικές υλοτομίες, το κλείσιμο των

χωματερών και ο σταβλισμός των ζώων. Επίσης η ταφή των νεκρών ζώων και η

εγκατάλειψη της νομαδικής κτηνοτροφίας επιδρούν αρνητικά μειώνοντας τις

τροφικές πηγές του είδους. Τέλος, η δηλητηρίαση λόγω χρήσης παράνομων

δολωμάτων αποτελεί σημαντική αιτία άμεσης θανάτωσης.


Κραυγαετός Aquila pomarina




Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Στην Ελλάδα, το είδος αναπαράγεται στη Θράκη, την ανατολική και δυτική

Μακεδονία, την Ήπειρο και την Θεσσαλία (Handrinos & Akritotis 1997). Ο

Ελληνικός πληθυσμός εκτιμάται ότι κυμαίνεται από 67 έως 90 ζευγάρια (BirdLife

2004). Στην περιοχή μελέτης αναπαράγεται ένα ζευγάρι.

Οικολογία.

Το είδος απαιτεί ώριμα δέντρα σε πεδινές συστάδες φυλλοβόλων ή κωνοφόρων ειδών

και υδάτινα οικοσυστήματα με υδροχαρή βλάστηση και υγρά λιβάδια όπου τρέφεται

κυρίως με ερπετά και αμφίβια.

Απειλές.

Ο Κραυγαετός απειλείται κυρίως από τις αποψιλωτικές υλοτομίες και την

καταστροφή των ώριμων δέντρων σε πεδινές περιοχές. Επίσης η όχληση λόγω

ανθρώπινων δραστηριοτήτων στα πεδινά δάση έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της

αναπαραγωγικής επιτυχίας του είδους (Tucker & Heath 1994, Lohmus 2005). Η

καταστροφή της παρυδάτιας βλάστησης, η μετατροπή των υγρών λιβαδιών σε

καλλιεργήσιμη γη και η χρήση αγροχημικών αποτελούν τις κύριες αιτίες

υποβάθμισης του βιοτόπου τροφοληψίας του είδους.


Γερακαετός Hieraaetus pennatus

 

Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Ο Γερακαετός εξαπλώνεται στην στη Θράκη, την Μακεδονία, την Ήπειρο, την

Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα (Tucker & Heath 1994, Handrinos & Akriotis 1997). Ο

ελληνικός πληθυσμός εκτιμάται σε 50 έως 100 ζευγάρια, ενώ στην περιοχή μελέτης

αναπαράγονται 1 ή 2 ζευγάρια.

Οικολογία.

Ο Γερακαετός φωλιάζει συνήθως σε δένδρα, σε πεδινά και ημιορεινά δάση αλλά και

σε πιο ανοιχτές εκτάσεις με συστάδες φυλλοβόλων κυρίως δέντρων (Tucker & Heath

1994). Το είδος αναζητεί την τροφή του στα ενδοδασικά διάκενα αλλά και σε

ανοιχτές εκτάσεις όπως λιβάδια, μεσογειακούς θαμνώνες και αγροσυστήματα.

Τρέφεται κυρίως με πουλιά αλλά και ερπετά ή θηλαστικά (Handrinos & Akriotis

1997, Garcia-Dios 2006, Palomino & Carrascal 2007).

Απειλές.

Η καταστροφή των δασών και ειδικά των πεδινών είναι η κυριότερη απειλή για τον

βιότοπο φωλιάσματος του είδους. Επίσης η χρήση αγροχημικών έχει σοβαρές

επιπτώσεις στην αναπαραγωγική επιτυχία (Suarez et al. 2000, Martinez-Lopez et al.

2007). Η υποβάθμιση των επικρατειών του είδους κυρίως λόγω καταστροφής των

δασών που αποδίδονται στην γεωργία και την οικιστική ανάπτυξη είναι η

σοβαρότερη απειλή για τις περιοχές τροφοληψίας του (Martinez et al. 2006).


Μελισσοφάγος Merops apiaster

 


Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός
Το είδος έχει ευρεία εξάπλωση στην ηπειρωτική Ελλάδα, κυρίως στη Μακεδονία και

τη Θράκη. Νοτιότερα παρουσιάζει σποραδική κατανομή και είναι αρκετά σπάνιο

στην Πελοπόννησο. Επίσης, απουσιάζει από την πλειονότητα των νησιών ενώ

αναπαράγεται σε ορισμένα όπως τη Λέσβο, τη Σάμο, τη Λήμνο και την Κρήτη

(Handrinos, & Akriotis, 1997). Ο Ελλαδικός πληθυσμός εκτιμάται σε 2000 με 3000

ζευγάρια. Στην περιοχή μελέτης εντοπίσθηκε μία αποικία κατά μήκος του

Ερυθροπόταμου, της οποίας το μέγεθος εκτιμήθηκε σε 40 – 60 ζευγάρια, ενώ είναι

πιθανή η ύπαρξη μικρότερων αποικιών σε μικρότερα ρέματα.

Οικολογία.

Ο Μελισσοφάγος χτίζει τη φωλιά του σε στοά μέσα στο έδαφος σε επικλινείς ή

κάθετα πρανή. Φωλιάζει σε αποικίες όπου συνήθως αριθμούν λίγα ζευγάρια (3 -6

ζευγάρια). Οι εδαφικές συνθήκες αποτελούν σημαντική παράμετρο για την επιλογή

ενός πρανούς ως χώρο εγκατάστασης της αποικίας. Τρέφεται με έντομα προτιμώντας

σε μεγάλο βαθμό υμενόπτερα που συνθέτουν πάνω από το 60% του διαιτολογίου του.

Προτιμά ηλιόλουστες, θερμές θέσεις σε εκτατικές καλλιέργειες, κοιλάδες, λιβάδια,

ανοιχτές περιοχές, ελαιώνες ή αμπελώνες συνήθως κοντά επιφανειακό νερό.

Απειλές.

Κυριότερες απειλές για το είδος αποτελούν η λαθροθηρία και η έλλειψη κατάλληλων

θέσεων για φώλιασμα. Επίσης η εντατικοποίηση της γεωργίας και η εκτεταμένη

χρήση αγροχημικών στις καλλιέργειες μειώνει τα τροφικά διαθέσιμα τους είδους και

επιδρά αρνητικά στους πληθυσμούς του.


Χαλκοκουρούνα Coracias garrulus




Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Παλιότερα η Χαλκοκουρούνα είχε ευρεία εξάπλωση στην ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ

σήμερα εντοπίζεται στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη σε μικρούς

απομονωμένους πληθυσμούς. Επίσης, απουσιάζει από την πλειονότητα των νησιών

ενώ αναπαράγεται σε ορισμένα όπως τη Σάμο, την Κω και πιθανά τη Λέσβο

(Handrinos, & Akriotis, 1997). Ο ελληνικός πληθυσμός εκτιμάται σε 200 έως 400

ζευγάρια (Handrinos, & Akriotis, 1997). Στην περιοχή μελέτης εκτιμάται ότι

αναπαράγονται 6 με 8 ζευγάρια, με την πλειονότητα να εντοπίζονται κατά μήκος του

ποταμού Ερυθροπόταμου.

Οικολογία.

Η Χαλκοκουρούνα φωλιάζει σε κοιλότητες δέντρων που συνήθως ανοίγονται από

άλλα είδη πχ δρυοκολάπτες ή σε ορισμένες περιπτώσεις σε σχισμές βράχων, κτίσματα

και σε στοές μέσα στο έδαφος σε επικλινή ή κάθετα πρανή. Η διαθεσιμότητα

κατάλληλων θέσεων φωλιάσματός καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την παρουσία του

είδους σε κατάλληλα ενδιαιτήματα. Χρησιμοποιεί ξερά κλαδιά στις κορυφές των

δέντρων ή τηλεγραφικούς στύλους για να εποπτεύει και να εντοπίζει τη λεία του, η

οποία αποτελείται από μεσαίου ή μεγάλου μεγέθους έντομα. Προτιμά ηλιόλουστες,

θερμές θέσεις σε εκτατικές καλλιέργειες, κοιλάδες, λιβάδια και ανοιχτές περιοχές

παρουσία διάσπαρτων δέντρων ή ρεματικής βλάστησης.

Απειλές.

Κυριότερη απειλή για το είδος αποτελεί η εντατικοποίηση της γεωργίας μέσω της

οποίας εκτατικές καλλιέργειες με διάσπαρτα δέντρα μετατρέπονται σε ανοιχτές

εντατικές καλλιέργειες μειώνοντας τη διαθεσιμότητα κατάλληλων θέσεων για

φώλιασμα. Επίσης η εκτεταμένη χρήση αγροχημικών στις καλλιέργειες μειώνει τα

τροφικά διαθέσιμα του είδους και επιδρά αρνητικά στους πληθυσμούς του.


Δενδροσταρήθρα Lullula arborea




Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Το είδος έχει ευρεία εξάπλωση σε όλη την ενδοχώρα όπου είναι αρκετά κοινό με

εξαίρεση την Πελοπόννησο. Στη νησιωτική χώρα αναπαράγεται σε Κέρκυρα, Λήμνο,

Λέσβο, Κέα, Κάρπαθο, Ρόδο και την Κρήτη και πιθανά σε Χίο και Σάμο (Handrinos,

& Akriotis, 1997). Ο συνολικός της πληθυσμός εκτιμάται σε 5000 έως 20000

ζευγάρια ενώ στην περιοχή μελέτης εκτιμάται ότι αναπαράγονται περισσότερα από

50 ζευγάρια.

Οικολογία.

Η Δενδροσταρήθρα αναπαράγεται σε λοφώδεις, ξηρές περιοχές μερικώς δασωμένες ή

με αραιή θαμνώδη βλάστηση. Επίσης, προτιμά τα διάκενα σε περιοχές όπου

κυριαρχεί η μακία βλάστηση και οι ελαιώνες. Στην περιοχή μελέτης αναπαράγεται σε

καλλιέργειες και λιβάδια ή διάκενα που γειτνιάζουν με δασικές εκτάσεις ή δάσος.

Τρέφεται με έντομα και σπόρους κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής ενώ η δίαιτά

του τον χειμώνα αποτελείται κυρίως από σπόρους.

Απειλές.

Η αλλοίωση και η απώλεια του ενδιαιτήματός της αποτελεί την κύρια απειλή για τη

Δενδροσταρήθρα. Συγκεκριμένα, η μακροχρόνια εγκατάλειψη των παραδοσιακών

καλλιεργειών καθώς και της κτηνοτροφίας οδηγεί σε δάσωση των περιοχών ενδημίας

του είδους και σαν αποτέλεσμα τον εκτοπισμό του πληθυσμού του είδους από τις

περιοχές αυτές. Επιπρόσθετα, η μετατροπή των καλλιέργειών πχ αμπελώνες,

δεντροκαλλιέργειες σε εντατικές και η χρήση αγροχημικών επιδρά αρνητικά στο

είδος.


Σταρήθρα Alauda arvensis




Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Το είδος έχει ευρεία εξάπλωση στην Μακεδονία και Θράκη, τόσο σε χαμηλά όσο και

υψηλά υψόμετρα. Στην Βόρεια Πίνδο αναπαράγεται σε υψηλά υψόμετρα, όπως

επίσης στον Όλυμπο και Παρνασσό. Αναπαραγωγή του είδους έχει καταγραφεί και

σε υγροτόπους όπως στις Αλυκές Κίτρους, στο Μεσολόγγι και το δέλτα του ποταμού

Καλαμά (Handrinos, & Akriotis, 1997). Ο πληθυσμός της Ελλάδας εκτιμάται σε 2000

έως 5000 ζευγάρια (Handrinos, & Akriotis, 1997). Στην περιοχή μελέτης είναι αρκετά

κοινό στην αγροτική ζώνη και εκτιμάται ότι πάνω από 90 ζευγάρια αναπαράγονται

εντός των ορίων της.

Οικολογία.

Η Σταρήθρα χρησιμοποιεί αγροτικά ενδιαιτήματα τα οποία δεν έχουν αποδοθεί στην

εντατική γεωργία. Περιοχές εκτατικών καλλιεργειών δημητριακών με μείξη

ανοιξιάτικων και χειμερινών καλλιεργειών και μειωμένη χρήση αγροχημικών

αποτελούν σημαντικό ενδιαίτημα για το είδος. Επίσης λιβάδια με ποικιλία δομής της

φυσικής βλάστησης προτιμούνται σε αντίθεση με υπεβοσκημένα λιβάδια και άγονες

λιβαδικές εκτάσεις. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, σημαντικές είναι οι καλλιέργειες

στις οποίες αφήνεται ασυγκόμιστο το υπόλοιπο των καλλιεργούμενων φυτών (πχ

στελέχη δημητριακών).

Απειλές.

Κυριότερη απειλή για το είδος αποτελεί η εντατικοποίηση της γεωργίας. Αυτή

αποτυπώνεται σε γεωργικές πρακτικές όπως η έντονη χρήση αγροχημικών, η αλλαγή

σε μονοκαλλιέργειες, η σταδιακή σπορά αποκλειστικά χειμερινών καλλιεργειών

έναντι των ανοιξιάτικων, η καταπολέμηση της βλάστησης στα όρια των

καλλιεργειών. Στα λιβάδια κύρια απειλή αποτελεί η έντονη βόσκηση που μειώνει την

ετερογένεια της βλάστησης σε αυτά. Επίσης, κατά τη διαχείμαση σοβαρή απειλή

αποτελεί η σταδιακή μείωση των χωραφιών με ασυγκόμιστα στελέχη κυρίως

δημητριακών.


Αμπελουργός Emberiza melanocephala

 

Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός.

Το είδος έχει ευρεία εξάπλωση στη ενδοχώρα, στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου

με εξαίρεση τα μικρότερα νησιά ενώ στην Κρήτη ο πληθυσμός του είναι μικρός. Ο

πληθυσμός του στην Ελλάδα εκτιμάται σε 100.000 έως 300.000 ζευγάρια (Handrinos,

& Akriotis, 1997). Στην περιοχή μελέτης συγκαταλέγεται στα πιο κοινά είδη και

εκτιμάται ότι αναπαράγονται 350 με 500 ζευγάρια.

Οικολογία.

Το είδος χτίζει τη φωλιά του χαμηλά σε πυκνή βλάστηση από θάμνους ή δέντρα με

πυκνή κόμη, σε ορισμένες περιπτώσεις φωλιάζει στο έδαφος (Cramp, 1998).

Φωλιάζει από το επίπεδο της θάλασσας έως και σε υψόμετρα ως 1200 μέτρα, σε κάθε

είδους αγροτικές περιοχές από ανοιχτές με διάσπαρτους θάμνους ή φυσική βλάστηση

(πχ Λήμνος) έως αγροτοδασικές περιοχές με υψηλό ποσοστό φυτοφρακτών, δέντρων

ή δασών. Τα ενήλικα τρέφονται με σπόρους και με ασπόνδυλα κυρίως την περίοδο

αναπαραγωγής. Συλλέγει την τροφή του τόσο από το έδαφος όσο και στο ύψος των

θάμνων. Επιλέγει χαμηλής έντασης καλλιεργήσιμες εκτάσεις παρουσία άγριας

βλάστησης και θάμνων όπου η διαθεσιμότητα τόσο των σπόρων όσο και των

ασπόνδυλων είναι μεγάλη (Tucker, & Heath, 1994). Επίσης, χρησιμοποιεί τις

κορυφές των θάμνων και δέντρων ως θέσεις τραγουδιού (Hadrinos & Akriotis, 1997).

Απειλές.

Κυριότερη απειλή για το είδος αποτελεί η εντατικοποίηση της γεωργίας και οι

πρακτικές που εφαρμόζονται στο στάδιο αλλαγής των αγροτικών καλλιεργειών από

χαμηλής έντασης σε πλήρως εντατικοποιημένες. Πρακτικές όπως αναδασμοί, η

καταστροφή των θάμνων και φυτοφρακτών στα όρια των καλλιεργειών, η εκτεταμένη

χρήση αγροχημικών υποβαθμίζουν το ενδιαίτημά του. Επίσης, η παράνομη σύλληψη

και αιχμαλωσία είναι ακόμη διαδεδομένη σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου,

απειλώντας το είδος.

 

Τα κείμενα είναι από τη σχετική έκθεση.

http://www.ypeka.gr/LinkClick.aspx?fileticket=IVpI9tdJq6s%3D&tabid=572

 

οι φωτογραφίες είναι από τις παρακάτω και άλλες σελίδες.

http://www.hlasek.com/index.html

http://www.ornithologiki.gr/index.php?loc=gr

 

επιστροφή

 

Τελευταία Ενημέρωση στις Τετάρτη, 01 Δεκέμβριος 2010 08:37  
''Ο γιος μου ο Σωτήρης δεν θα γυρίσει στο χωριό, αλλά στα μάτια της εγγονής μου Ελένης, βλέπω καθαρά την επιθυμία της να ζήσει σ' αυτό'' -Θεόφιλος

ΕΙΚΟΝΕΣ

ΖΩΝΑΡΑΔΙΚΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΦΑΝΗ